- αγρονομείο
- τοη έδρα και η περιοχή δικαιοδοσίας του αγρονόμου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αγρονομείο — το η περιφέρεια τού ειρηνοδικείου, που υπάγεται από πλευράς αγροτικής ασφάλειας στην αρμοδιότητα τού αγρονόμου. Παλαιότερα ονομαζόταν «αγρονομικό διαμέρισμα». Αργότερα μετονομάστηκε «αγρονομείο» (Αναγκαστικός Νόμος 1010/1937) … Dictionary of Greek